Η υψηλού κύρους γλώσσα των ομηρικών επών επηρέασε εν πρώτοις τους λεγόμενους ομηρικούς ύμνους, αφηγηματικά ποιήματα διαφορετικής έκτασης και αβέβαιης χρονολόγησης και πατρότητας, αφιερωμένα σε σημαντικούς θεούς και ημίθεους. Στους εν λόγω ύμνους, που ήταν γραμμένοι σε δακτυλικό εξάμετρο, χρησιμοποιείται η επική γλώσσα, αλλά με περισσότερους νεωτερισμούς. Την ομηρική παράδοση ακολουθεί –χωρίς ωστόσο να τη μιμείται δουλικά– και ο βοιωτός Ησίοδος, ο πατέρας του διδακτικού έπους, ο οποίος έζησε στα τέλη του 8ου και τις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ. Στις δικές του επικές συνθέσεις, που τοποθετούνται με σχετική σιγουριά περί το 700 π.Χ., είναι εμφανείς κάποιες νεωτεριστικές αποκλίσεις από τη γλώσσα των ομηρικών επών. Πέραν τούτων, στην ησιόδεια γλώσσα απαντούν και διατηρημένοι αρχαϊσμοί – παλαιότερα είχαν θεωρηθεί στοιχεία δωρικής καταγωγής, δωρισμοί όπως χαρακτηρίζονται από τους μελετητές αρχαίων κειμένων. Έντονες επιδράσεις από τα ομηρικά έπη δέχτηκαν επίσης οι –σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό– τεχνητές γλωσσικές μορφές των διαφόρων ειδών της λυρικής ποίησης. Η ελεγεία, κατά πρώτον, η οποία  
Διαβάστε περισσότερα |