Στοιχεία –και όχι μόνο γλωσσικά ασφαλώς– των δύο προγενέστερων μορφών της αρχαίας ελληνικής ποιητικής παράδοσης, του έπους και της λυρικής ποίησης, συγχωνεύτηκαν στην ξακουστή αττική ή αθηναϊκή τραγωδία. Ως γνωστόν, το τραγικό δράμα είναι ένα σύνθετο είδος: τα χορικά μέρη του προέρχονταν από το διθύραμβο (λυρικό άσμα που τραγουδούσαν στις γιορτές του Διονύσου), που ήταν συνδεδεμένος με τη δωρική διάλεκτο, ενώ τα διαλογικά μέρη του είχαν ως αφετηρία τούς λόγους των «εξαρχόντων» του διθυράμβου, δηλαδή τους απαγγελλόμενους στίχους των πρωτοτραγουδιστών/υποκριτών, που σχετίζονταν με την ιωνική διάλεκτο. Βεβαίως, ο κυρίαρχος γλωσσικός χαρακτήρας της τραγωδίας είναι αττικός, καθώς το λογοτεχνικό αυτό είδος γεννήθηκε και διαμορφώθηκε οριστικά στην αττική γη. Έχοντας τα ανωτέρω κατά νουν, μπορούμε να σημειώσουμε ότι η γλώσσα της τραγωδίας είναι κι αυτή μια τεχνητή γλώσσα καλλιτεχνικής δημιουργίας, μια ποιητική γλώσσα συμβατικού χαρακτήρα, που φέρει τα ακόλουθα βασικά χαρακτηριστικά: σαφής επικράτηση των αττικών διαλεκτικών στοιχείων, περιορισμένη ανάμειξη αρχαϊσμών, ύπαρξη δωρικών γνωρισμά
Διαβάστε περισσότερα |