Η θρησκευτική αντίληψη, πίστη και ζωή των αρχαίων Ελλήνων, κοντολογίς ο κόσμος της θρησκείας τους, παρουσιάζει μεγάλες διαφορές από τον αντίστοιχο κόσμο της χριστιανικής Ευρώπης, γεγονός που αποτυπώνεται ασφαλώς και στο θρησκευτικό λεξιλόγιο. Έτσι, σε πολλές περιπτώσεις η μετάφραση σημαντικών όρων και εννοιών καθίσταται δυσχερές έργο ή και ανυπέρβλητο εμπόδιο. Είναι ενδεικτικό και αξιοσημείωτο εν προκειμένω ότι το δόγμα, ο πυλώνας της πίστης, ήταν άγνωστο στους αρχαίους Έλληνες ως θρησκευτικός όρος και αξία (οι ίδιοι χρησιμοποιούσαν τη λέξη –παράγωγο του ρήματος δοκώ– με την έννοια της γνώμης/απόφανσης του ατόμου ή του συνόλου). Τούτων δοθέντων, αρχίζουμε την εξέταση του αρχαιοελληνικού θρησκευτικού λεξιλογίου με την ίδια τη λέξη θρησκεία, που είχε την έννοια της θρησκευτικής λατρείας, της απόδοσης τιμής στους θεούς, της μέριμνας για τα των θεών (τις υποθέσεις των θεών). Η λέξη αυτή ήταν παράγωγο του ρήματος θρησκεύω, που σήμαινε εισάγω και τελώ θρησκευτικά χρέη, τηρώ μετά θρησκευτικής ευλαβείας. Εξάλλου, θρήσκος ήταν ο θεοφοβούμενος, ο ευλαβής, αλλά και ο θρησκομανής. Σε ό,τι αφορ  
Διαβάστε περισσότερα |