Η ελληνική γλώσσα στο διάβα του χρόνου: Οι διάλεκτοι στην αρχαία ελληνική λογοτεχνία (Μέρος ΣΤ') Ημερομηνία:
23/4/2025, 10:16 - Εμφανίσεις: 39
Πέραν του Αλκμάνος, στους σημαντικότερους εκπροσώπους του ελληνικού χορικού λυρισμού συγκαταλέγονται ο Στησίχορος ο Ιμεραίος (ονομάστηκε έτσι επειδή πέρασε το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής του, στα τέλη του 7ου και στο α’ μισό του 6ου αιώνα π.Χ., στην Ιμέρα, στη βόρεια ακτογραμμή της Σικελίας), ο Ίβυκος από το Ρήγιο της Κάτω Ιταλίας (περί τα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ.), ο Σιμωνίδης ο Κείος (περίπου 556-468 π.Χ.), ο ανιψιός του τελευταίου Βακχυλίδης (α’ μισό του 5ου αιώνα π.Χ.), επίσης από την ιωνική Κέα (Τζια) των Κυκλάδων, και βεβαίως ο περίφημος Πίνδαρος από τις Κυνός Κεφαλές, οικισμό της Βοιωτίας (γεννήθηκε στο τελευταίο τέταρτο του 6ου αιώνα π.Χ.
και απεβίωσε μετά το 446 π.Χ.).
Σε ό,τι αφορά τις ειδικότερες επιδράσεις των ομηρικών επών στο εν γένει έργο και στη γλώσσα που χρησιμοποιούσαν οι προαναφερθέντες, ο Στησίχορος εν πρώτοις έγινε διάσημος χάρη στη μεταποίηση επικών θεμάτων σε μέτρα λυρικά, αποκλήθηκε δε λυρικός Όμηρος εξαιτίας της εξάρτησής του από το μεγάλο επικό ποιητή.
Στη διάλεκτο του Ιβύκου είναι σαφέστατες οι επιδράσεις του έπους, χωρίς να απουσιάζουν ένα λεπτό δωρικό επίχρισμα και –καμιά φορά– αιολικοί τύποι.
Στους ίωνες ποιητές, τον Σιμωνίδη και τον Βακχυλίδη, εμφανίζονται ορισμένοι δωρισμοί και «ομηρισμοί», ενώ παραμένει ασαφές το εάν οι ιωνικοί τύποι που μεταχειρίζονται είναι απόρροια τής τότε ομιλούμενης ιωνικής ή της ομηρικής γλώσσας.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα εν προκειμένω αποτελούν τα άφθονα κοσμητικά επίθετα του Βακχυλίδη: ορισμένα από αυτά προέρχονται από τον Όμηρο, άλλα πάλι έχουν σχηματιστεί από τον ίδιον τον κείο ποιητή και απαντούν μόνο στη δική του ποίηση.
Η γλώσσα του Πινδάρου είναι ένα καθαρά προσωπικό δημιούργημα: φέρνει μαζί της επικό υλικό, φανερώνει δωρικό χρωματισμό και περιέχει αιολικά στοιχεία, ενώ βοιωτικά τοπικά στοιχεία συναντώνται μόνο σε πάρα πολύ περιορισμένο βαθμό.
Στο λεξιλόγιό του, που είναι πλουσιότατο και έντονα ποιητικό, πολλά είναι τα επικά δάνεια (προπάντων στα επίθετα), είτε αυτούσια είτε ελαφρώς παραλλαγμένα.