Το ποσοστό των υπέρβαρων και παχύσαρκων ανθρώπων αυξάνεται εκτός ελέγχου λόγω μιας «μνημειώδους κοινωνικής αποτυχίας» στην αντιμετώπιση του προβλήματος, το οποίο μέχρι το 2050 θα αφορά περισσότερους από τους μισούς ενήλικες και σχεδόν το ένα τρίτο των παιδιών.
Αυτό σημαίνει ότι περισσότεροι από 4,5 δισεκατομμύρια άνθρωποι θα έχουν βάρος που τους προδιαθέτει για καρδιαγγειακά νοσήματα, διαβήτη και κάποιες μορφές καρκίνου, προειδοποιεί μελέτη που δημοσιεύεται στο The Lancet.
«Η άνευ προηγουμένου παγκόσμια ‘επιδημία’ παχυσαρκίας είναι μια μεγάλη τραγωδία και μια μνημειώδης κοινωνική αποτυχία» δήλωσε η Εμμανουέλα Γακίδου του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον, επικεφαλής της μελέτης.
Η απότομη αύξηση της παχυσαρκίας σε χώρες χαμηλού και μέσου εισοδήματος θέτει σε κίνδυνο τα συστήματα υγείας Η ομάδα της Γακίδου χρησιμοποίησε δεδομένα από 204 χώρες και εδάφη για να υπολογίσει τα ποσοστά των υπέρβαρων και παχύσαρκων στον γενικό πληθυσμό και να προχωρήσει σε προβολές για το τι θα μπορούσε να συμβεί στο μέλλον χωρίς τη λήψη μέτρων.
Τα ποσοστά των υπέρβαρων και παχύσαρκων υπερδιπλασιάστηκαν τα τελευταία 30 χρόνια και έχουν να κάνουν με πλέον 2,1 δισεκατομμύρια ενήλικες και 493 εκατ.
παιδιά και νέους έως 24 χρόνων, διαπιστώνει η μελέτη.
Οι ερευνητές αναγνωρίζουν ότι τα αίτια της παχυσαρκίας είναι σύνθετα και ότι η αντιμετώπισή της είναι δύσκολη υπόθεση.
Καλούν ωστόσο τις κυβερνήσεις να αναγνωρίσουν τις ομάδες υψηλού κινδύνου και να βελτιώσουν την πρόσβαση σε υγιεινά τρόφιμα.
Παχύσαρκοι φτωχοί Η μελέτη, την οποία χρηματοδότησε το Ίδρυμα Γκέιτς, πάσχει από ορισμένους περιορισμούς, όπως το γεγονός ότι βασίστηκε στον δείκτη μάζας σώματος (το βάρος σε κιλά διά το τετράγωνο του ύψους σε μέτρα), ο οποίος θεωρείται ατελής δείκτης της παχυσαρκίας, δεδομένου ότι δεν λαμβάνει υπόψη το ποσοστό του σωματικού λίπους).
Ακόμα, η μελέτη δεν εξέτασε το ρόλο της νέας γενιάς φαρμάκων για την παχυσαρκία, τους λεγόμενους αγωνιστές GLP-1, για τους οποίους υπάρχει μεγάλη ζήτηση στις πλουσιότερες χώρες.