ΜΗΤΕΡΑ, η σημαντικότερη μορφή που δεσπόζει στη ζωή κάθε ανθρώπου. Τι μπορεί να γράψει κανείς για ένα πρόσωπο που έχουν γραφτεί χιλιάδες κείμενα; Η αγάπη της έγινε μουσική, έγινε χορός, έγινε έργο τέχνης, πίνακας, άγαλμα, τραγουδήθηκε ανά τους αιώνες. Πάντα, όμως, καθένας από μας έχει να προσθέσει κάτι από τη δική του Ψυχή για τη δική του Μητέρα.
Δεν χρειάζεται να πούμε πολλά για εκείνη που μας έδωσε τη ζωή και μας αφιέρωσε τη ζωή της! Μόνο να θυμόμαστε πως κάθε μέρα εκείνη περιμένει από μας ένα τηλεφώνημα, μια κουβέντα μας. «Μαμά, είσαι καλά;», ένα απλό «Μανούλα, σ’ αγαπώ» απ’ όπου κι αν βρισκόμαστε, είναι για 'κείνη το καλύτερο δώρο μας! Ειδικά, όμως, αυτήν την Κυριακή ας βρεθούμε όλοι έστω για λίγο κοντά της, να της δώσουμε την πιο μεγάλη μας αγκαλιά κι ένα γλυκό φιλί!
Μια μελοποιημένη παραλλαγή του ποιήματος του Άγγελου Βλάχου τραγουδήθηκε από τον Παντελή Θαλασσινό στο τραγούδι «Της Μάνας η καρδιά»:
«Η καρδιά της Μάνας», Άγγελος Βλάχος
Ένα παιδί, μοναχοπαίδι αγόρι,
αγάπησε μιας μάγισσας την κόρη.
- Δεν αγαπώ εγώ, του λέει, παιδιά,
μ' αν θέλεις να σου δώσω το φιλί μου,
της μάνας σου να φέρης την καρδιά
να ρίξω να την φάη το σκυλί μου.
Τρέχει ο νιός, την μάνα του σκοτώνει
και την καρδιά τραβά και ξεριζώνει
και τρέχει να την πάη, μα σκοντάφτει
και πέφτει ο νειός κατάχαμα με δαύτη.
Κυλάει ο γυιός και η καρδιά κυλάει
και την ακούει να κλαίη και να μιλάη.
Μιλάει η μάνα στο παιδί και λέει:
- Εχτύπησες, αγόρι μου;… και κλαίει!
]
Κι ένα τόσο συγκινητικό, γλυκό και τόσο αληθινό ποίημα που βρήκα στην ποιητική γωνιά του http://spartinos.ning.com/ γραμμένο από την Ειρήνη:
Μάνα
Ήσουν το αραξοβόλι
στ' ανεμοδαρμένα ύψη,
όταν οι βοριάδες όλοι
με χτυπούσαν, μ' είχες κρύψει.
Ήσουν η φωτοβολίδα
σ' όνειρα ναυαγισμένα,
σωτηρίας η σανίδα
σε πελάγη οργισμένα.
Ήσουν μέσα στους χειμώνες
ένα τζάκι αναμμένο,
στους χαμένους μου αγώνες
ένας κάβος για να δένω.
Ήσουν καλημέρα πρώτη,
καληνύχτα τελευταία,
η ασπίδα στρατιώτη,
η Ιθάκη τ' Οδυσσέα.
Δεν το ήξερα ότι ήσουν
όλα αυτά και τόσα άλλα,
θάλασσα ως τη φυγή σου
ήμουν κι έμεινα μια στάλα.