Δυστυχώς… φτωχύναμε – Πώς εξηγείται η άνοδος του δείκτη φτώχειας της ΕΛΣΤΑΤ Ημερομηνία:
17/4/2025, 09:20 - Εμφανίσεις: 38
Τα νέα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τον πληθυσμό σε κίνδυνο φτώχειας και σε κοινωνικό αποκλεισμό είναι ένα ηχηρό χαστούκι στην κυβερνητική προπαγάνδα περί συνεχούς βελτίωσης του επιπέδου διαβίωσης των πολιτών επί των ημερών της.
Οι δείκτες λένε μια εντελώς διαφορετική εικόνα.
Όπως διαφαίνεται από την έρευνα εισοδήματος και συνθηκών διαβίωσης των νοικοκυριών για το 2024, οι στρατιές των φτωχών και κοινωνικά αποκλεισμένων αυξήθηκαν και ξεπερνάνε πλέον τα 2,74 εκατομμύρια άτομα, ήτοι το 26,9% του πληθυσμού.
Η αύξηση κατά 0,8 ποσοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με το 2023 αντιστοιχεί σε επιπλέον 81.651 άτομα που διολίσθησαν στο κατώφλι της φτώχειας, σε μια χρονιά που κατά τα άλλα το ονομαστικό μέσο διαθέσιμο εισόδημα αυξήθηκε.
Επειδή όμως η φτώχεια είναι πολυδιάστατη, δεν μετριέται μόνο με το υποδεκάμετρο.
Ας μην ξεχνάμε ότι η έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ εκ των πραγμάτων δεν καλύπτει πληθυσμούς χωρίς μόνιμη κατοικία ή όσους διαμένουν σε συλλογικές κατοικίες (πανσιόν, ξενοδοχεία, νοσοκομεία, γηροκομεία, στρατόπεδα, αναμορφωτήρια κ.λπ.), ανάμεσα στους οποίους βρίσκονται και οι φτωχότεροι των φτωχών.
Γι’αυτό και συνοδεύεται από την υποσημείωση ότι «οι πληθυσμιακές ομάδες που κατά τεκμήριο είναι φτωχές, όπως άστεγοι, παράνομοι οικονομικοί μετανάστες, Ρομά που μετακινούνται και αλλάζουν τόπο διαμονής κ.λπ., υπο-αντιπροσωπεύονται στην έρευνα».
Μισθοί φτώχειας Πιο σοκαριστική από τα ίδια τα ποσοστά της φτώχειας – που «ανεβοκατεβαίνουν» σε συνάρτηση με του πού τοποθετείς τον πήχη – είναι η γενική τάση επιδείνωσης σχεδόν όλων των επί μέρους δεικτών.
Ο κίνδυνος φτώχειας –χωρίς τη διάσταση του κοινωνικού αποκλεισμού– μετά από μια διετία μείωσης, αυξήθηκε και επέστρεψε στα επίπεδα του 2021, στο 19,6% (από 18,9% το 2023).
Αυτό σημαίνει ότι σχεδόν οι δύο στους δέκα πολίτες καλούνται να επιβιώσουν με λιγότερα από 6.500 ευρώ το χρόνο ή 541 ευρώ το μήνα.
Η υλική και κοινωνική στέρηση –που υπολογίζεται με βάση ένα κατάλογο αγαθών και υπηρεσιών – αυξήθηκε επίσης στο 14% (από 13,5%).